του Λευτέρη Χελιουδάκη

Στις 4 Δεκεμβρίου 2018, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έκρινε ομόφωνα με την Απόφασή του στην Υπόθεση Magyar Jeti Zrt κατά Ουγγαρίας ότι η απαγόρευση χρήσης υπερσυνδέσμων που οδηγούν σε δυσφημιστικό περιεχόμενο μπορεί να αποτελεί παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης.

Σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, η αιτούσα εταιρία (444.hu) η οποία διατηρεί ειδησεογραφικό ιστότοπο, είχε κριθεί ένοχη από τα εθνικά δικαστήρια της Ουγγαρίας για διάθεση δυσφημιστικού υλικού. H αιτία ήταν ότι είχε αναρτήσει σε άρθρο που φιλοξενούσε έναν υπερσυνδέσμο που οδηγούσε σε συνέντευξη στο YouTube, η οποία αργότερα κρίθηκε ότι περιείχε δυσφημιστικό περιεχόμενο.

Συγκεκριμένα, μία ομάδα χούλιγκανς ενώ ήταν καθοδόν για να παρακολουθήσει ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου είχε σταθμεύσει με το λεωφορείο που την μετέφερε έξω από ένα σχολείο. Το σχολείο απαρτιζόταν στην πλειοψηφία του από Ρομά μαθητές, και οι χούλιγκανς ξεκίνησαν να φωνάζουν ρατσιστικά συνθήματα κατά των παιδιών, να εκσφενδονίζουν μπουκάλια μπύρας προς το μέρος τους, ενώ ένας εξ αυτών ούρησε μπροστά από το σχολείο. Η καθηγήτρια των παιδιών κάλεσε την αστυνομία και οι χούλιγκανς έφυγαν μόνο αφού η αστυνομία κατέφθασε στο σημείο.

Την ίδια ημέρα ο αρχηγός της τοπικής κοινότητας των Ρομά έδωσε μία συνέντευξη για το περιστατικό λέγοντας οτι οι εν λόγω χούλιγκανς ήταν μέλη της ακροδεξιάς ουγγρικής πολιτικής παράταξης «Jobbik». Η εν λόγω συνέντευξη αναρτήθηκε στο YouTube. Την ακριβώς επόμενη ημέρα η 444.hu δημοσίευσε ένα άρθρο στην ιστοσελίδα της για το περισταστικό τοποθετώντας σε αυτό έναν υπερσύνδεσμο που οδηγούσε στην εν λόγω συνέντευξη.

Με την απόφασή του, το ΕΔΔΑ υπογράμμισε τη σημασία των υπερσυνδέσμων για την ομαλή λειτουργία του Διαδικτύου και διέκρινε τους υπερσυνδέσμους από τις παραδοσιακές δημοσιεύσεις, καθώς οι μεν κατευθύνουν το κοινό σε διαθέσιμο υλικό, ενώ οι δε παρέχουν υλικό στο κοινό.

Επίσης, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο ουγγρικός νόμος περί αντικειμενικής ευθύνης για τη διάδοση δυσφημιστικού υλικού είχε αποκλείσει τη δυνατότητα οποιασδήποτε ουσιαστικής εκτίμησης του δικαιώματος της αιτούσας εταιρείας στην ελευθερία έκφρασης. Επομένως, τα εθνικά δικαστήρια θα έπρεπε να έχουν εξετάσει τη παρούσα υπόθεση με μεγαλύτερη προσοχή, καθώς οι εν λόγω διατάξεις θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη ροή πληροφοριών στο Διαδίκτυο, αποτρέποντας τη χρήση υπερσυνδέσμων από δημιουργούς και εκδότες.

Ακόμη, το ΕΔΔΑ υπενθύμισε ότι, για τους δημοσιογράφους, η προστασία του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης του άρθρου 10 εξαρτάται από την αρχή της καλής πίστης και την ακρίβεια των πραγματικών στοιχείων, ώστε να παρέχονται “αξιόπιστες και ακριβείς” πληροφορίες σύμφωνα με τη δεοντολογία της δημοσιογραφίας. Επομένως, η προστασία που παρέχει το εν λόγω δικαίωμα δεν καλύπτει την περίπτωση της διάδοσης ψευδών ειδήσεων.

Τέλος, το ΕΔΔΑ υπογράμμισε ότι όταν διακυβεύονται δικαιώματα τρίτων, είναι απαραίτητο να επιτευχθεί μία δίκαιη ισορροπία μεταξύ της ελευθερίας της έκφρασης του άρθρου 10 και του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής σύμφωνα με το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Περισσότερες πληροφορίες για την υπόθεση μπορείς να βρεις και στην ιστοσελίδα Τhe IPKat.